Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
σύνεδρος
συνεέργω
συνεζευγμένως
συνέζομαι
συνεθέλω
συνεθίζω
συνεθισμός
συνεθιστέον
συνεθιστέος
συνείδησις
συνειδοποιέομαι
συνεικάζω
συνείκοσι
συνείκω
συνειλαπινάζω
συνειλέω
συνείλησις
συνειλύω
συνείμαρται
σύνειμι
σύνειμι2
View word page
συνειδοποιέομαι
to be specified together with
ShortDef
to be specified together with
Debugging
Headword:
συνειδοποιέομαι
Headword (normalized):
συνειδοποιέομαι
Headword (normalized/stripped):
συνειδοποιεομαι
IDX:
84481
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84482
Key:
Data
{'content': 'to be specified together with'}