Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνδιεκπίπτω
συνδιελαύνω
συνδιέξειμι
συνδιέπω
συνδιερευνάομαι
συνδιέρχομαι
συνδιηθέομαι
συνδιημέρευσις
συνδιημερεύω
συνδιίσταμαι
συνδικάζω
συνδικασία
συνδικαστής
συνδικέω
συνδικία
σύνδικος
συνδιογκόομαι
συνδιοικέω
συνδιόλλυμι
συνδιοράω
συνδιορθόω
View word page
συνδικάζω
to be assessor to a judge
ShortDef
to be assessor to a judge
Debugging
Headword:
συνδικάζω
Headword (normalized):
συνδικάζω
Headword (normalized/stripped):
συνδικαζω
IDX:
84406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84407
Key:
Data
{'content': 'to be assessor to a judge'}