Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνδιεκκύπτω
συνδιεκπίπτω
συνδιελαύνω
συνδιέξειμι
συνδιέπω
συνδιερευνάομαι
συνδιέρχομαι
συνδιηθέομαι
συνδιημέρευσις
συνδιημερεύω
συνδιίσταμαι
συνδικάζω
συνδικασία
συνδικαστής
συνδικέω
συνδικία
σύνδικος
συνδιογκόομαι
συνδιοικέω
συνδιόλλυμι
συνδιοράω
View word page
συνδιίσταμαι
become separate together with
ShortDef
become separate together with
Debugging
Headword:
συνδιίσταμαι
Headword (normalized):
συνδιίσταμαι
Headword (normalized/stripped):
συνδιισταμαι
IDX:
84405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84406
Key:
Data
{'content': 'become separate together with'}