Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντεπικρατέω
ἀντεπιλαμβάνομαι
ἀντεπιμελέομαι
ἀντεπιμετρέω
ἀντεπινοέω
ἀντεπιπλέω
ἀντεπιρρέω
ἀντεπίρρημα
ἀντεπισκώπτω
ἀντεπισπάω
ἀντεπίσταλμα
ἀντεπισταλτικός
ἀντεπιστάτης
ἀντεπιστέλλω
ἀντεπιστρατεύω
ἀντεπιστρέφω
ἀντεπιστροφή
ἀντεπιτάσσω
ἀντεπιτείνω
ἀντεπιτειχίζω
ἀντεπιτίθημι
View word page
ἀντεπίσταλμα
return furnished in reply
ShortDef
return furnished in reply
Debugging
Headword:
ἀντεπίσταλμα
Headword (normalized):
ἀντεπίσταλμα
Headword (normalized/stripped):
αντεπισταλμα
IDX:
8436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8437
Key:
Data
{'content': 'return furnished in reply'}