Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνδεινόω
συνδειπνέω
συνδείπνιον
σύνδειπνον
σύνδειπνος
συνδεκαδίζω
συνδεκάζω
συνδενδρία
συνδενδρόομαι
σύνδενδρος
συνδέομαι
σύνδερμον
σύνδεσις
συνδεσμεύω
συνδεσμικός
συνδέσμιος
συνδεσμοειδής
σύνδεσμος
συνδεσμώτης
συνδεσποτεύω
συνδετέος
View word page
συνδέομαι
to join in begging

ShortDef

to join in begging

Debugging

Headword:
συνδέομαι
Headword (normalized):
συνδέομαι
Headword (normalized/stripped):
συνδεομαι
IDX:
84276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84277
Key:

Data

{'content': 'to join in begging'}