Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνάχθομαι
συνάχνυμαι
συναχυρηγέω
σύναψις
συνβετρανός
συνδαΐζω
συνδαίνυμι
συνδαιταλεύς
συνδαίτωρ
συνδάκνω
συνδακρύω
συνδάμναμαι
συνδανείζομαι
συνδαπανάω
συνδασύνω
συνδαυχναφόρος
συνδεδεμένως
συνδέδια
συνδείκνυμι
συνδεινόω
συνδειπνέω
View word page
συνδακρύω
to weep with
ShortDef
to weep with
Debugging
Headword:
συνδακρύω
Headword (normalized):
συνδακρύω
Headword (normalized/stripped):
συνδακρυω
IDX:
84257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84258
Key:
Data
{'content': 'to weep with'}