Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνατιμάζω
συνατμίζομαι
συνατονέω
συνατροφέω
συνατυχέω
συναυαίνω
συναυγάζω
συναυγασμός
συναύγεια
συναυδάω
συναυλέω
συναυλία
συναυλία2
συναυλίζομαι
σύναυλος
σύναυλος2
συναυξάνω
συναύξημα
συναύξησις
συναυξομειόομαι
συναυχμέω
View word page
συναυλέω
to accompany on the aulos

ShortDef

to accompany on the aulos

Debugging

Headword:
συναυλέω
Headword (normalized):
συναυλέω
Headword (normalized/stripped):
συναυλεω
IDX:
84222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84223
Key:

Data

{'content': 'to accompany on the aulos'}