Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνασχαλάω
συνασχημονέω
συνασχολέομαι
συνατενίζω
συνατιμάζω
συνατμίζομαι
συνατονέω
συνατροφέω
συνατυχέω
συναυαίνω
συναυγάζω
συναυγασμός
συναύγεια
συναυδάω
συναυλέω
συναυλία
συναυλία2
συναυλίζομαι
σύναυλος
σύναυλος2
συναυξάνω
View word page
συναυγάζω
illuminate
ShortDef
illuminate
Debugging
Headword:
συναυγάζω
Headword (normalized):
συναυγάζω
Headword (normalized/stripped):
συναυγαζω
IDX:
84218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84219
Key:
Data
{'content': 'illuminate'}