Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνασταχύω
συναστραγαλίζω
συναστράπτω
συναστρέω
συναστρία
συνασφαλίζομαι
συνασχαλάω
συνασχημονέω
συνασχολέομαι
συνατενίζω
συνατιμάζω
συνατμίζομαι
συνατονέω
συνατροφέω
συνατυχέω
συναυαίνω
συναυγάζω
συναυγασμός
συναύγεια
συναυδάω
συναυλέω
View word page
συνατιμάζω
insult or dishonor at the same time

ShortDef

insult or dishonor at the same time

Debugging

Headword:
συνατιμάζω
Headword (normalized):
συνατιμάζω
Headword (normalized/stripped):
συνατιμαζω
IDX:
84212
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84213
Key:

Data

{'content': 'insult or dishonor at the same time'}