Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνασπισμός
συνασπιστής
συνασπιστική
συνασταχύω
συναστραγαλίζω
συναστράπτω
συναστρέω
συναστρία
συνασφαλίζομαι
συνασχαλάω
συνασχημονέω
συνασχολέομαι
συνατενίζω
συνατιμάζω
συνατμίζομαι
συνατονέω
συνατροφέω
συνατυχέω
συναυαίνω
συναυγάζω
συναυγασμός
View word page
συνασχημονέω
join in unseemly conduct

ShortDef

join in unseemly conduct

Debugging

Headword:
συνασχημονέω
Headword (normalized):
συνασχημονέω
Headword (normalized/stripped):
συνασχημονεω
IDX:
84209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84210
Key:

Data

{'content': 'join in unseemly conduct'}