Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναρθρόομαι
σύναρθρος
συνάρθρωσις
συναριθμέω
συναρίθμησις
συναριθμητέον
συναρίθμοξα
συνάριθμος
συναριστάω
συναριστεύω
συνάριστος
συναρκέομαι
συναρμογή
συναρμόζω
συναρμολογέω
συναρμονιάω
σύναρμος
συνάρμοσις
συναρμοστέον
συναρμοστής
συναρμοστικός
View word page
συνάριστος
breakfasting with

ShortDef

breakfasting with

Debugging

Headword:
συνάριστος
Headword (normalized):
συνάριστος
Headword (normalized/stripped):
συναριστος
IDX:
84157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84158
Key:

Data

{'content': 'breakfasting with'}