Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναποτροχάζω
συναποφαίνω
συναπόφασις
συναποφάσκω
συναποφέρω
συναποφθίνω
συναποφύω
συναποχράομαι
συναποχωρέω
συναπτέον
συναπτικός
συναπτός
συνάπτω
συναπωθέω
συναραρίσκω
συναράσσω
συναραχνόομαι
συναρέσκω
συναρθμέω
συναρθμόομαι
συναρθρόομαι
View word page
συναπτικός
capable of adjusting

ShortDef

capable of adjusting

Debugging

Headword:
συναπτικός
Headword (normalized):
συναπτικός
Headword (normalized/stripped):
συναπτικος
IDX:
84137
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84138
Key:

Data

{'content': 'capable of adjusting'}