Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συναπολείπω
συναπολήγω
συναπολιθόω
συναπόλλυμι
συναπολογέομαι
συναπολύω
συναπομαλάσσω
συναπομαραίνομαι
συναπομειόω
συναπονεύω
συναπονίναμαι
συναπονοέομαι
συναποξύω
συναποπαύομαι
συναποπέμπω
συναποπίπτω
συναποπλέω
συναποπνέω
συναποπτύω
συναπορέω
συναπορρέω
View word page
συναπονίναμαι
derive benefit from together
ShortDef
derive benefit from together
Debugging
Headword:
συναπονίναμαι
Headword (normalized):
συναπονίναμαι
Headword (normalized/stripped):
συναπονιναμαι
IDX:
84093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84094
Key:
Data
{'content': 'derive benefit from together'}