Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναποκόπτω
συναποκρίνομαι
συναποκρύπτω
συναποκτείνω
συναποκυλίνδω
συναπολαμβάνω
συναπολάμπω
συναπόλαυσις
συναπολαύω
συναπολείπω
συναπολήγω
συναπολιθόω
συναπόλλυμι
συναπολογέομαι
συναπολύω
συναπομαλάσσω
συναπομαραίνομαι
συναπομειόω
συναπονεύω
συναπονίναμαι
συναπονοέομαι
View word page
συναπολήγω
cease along with

ShortDef

cease along with

Debugging

Headword:
συναπολήγω
Headword (normalized):
συναπολήγω
Headword (normalized/stripped):
συναποληγω
IDX:
84084
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84085
Key:

Data

{'content': 'cease along with'}