Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναποκαλύπτω
συναποκάμνω
συναποκατάστασις
συναποκινδυνεύω
συναποκλείω
συναποκληρόω
συναποκλίνω
συναποκλύζω
συναποκομίζω
συναποκόπτω
συναποκρίνομαι
συναποκρύπτω
συναποκτείνω
συναποκυλίνδω
συναπολαμβάνω
συναπολάμπω
συναπόλαυσις
συναπολαύω
συναπολείπω
συναπολήγω
συναπολιθόω
View word page
συναποκρίνομαι
to be secreted and carried off together

ShortDef

to be secreted and carried off together

Debugging

Headword:
συναποκρίνομαι
Headword (normalized):
συναποκρίνομαι
Headword (normalized/stripped):
συναποκρινομαι
IDX:
84075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84076
Key:

Data

{'content': 'to be secreted and carried off together'}