Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναποδιδράσκω
συναποδίδωμι
συναποδοκιμάζω
συναποδοκιμαστέον
συναποδύομαι
συναποδύρομαι
συναποθεόω
συναποθλάω
συναποθλίβω
συναποθνῄσκω
συναποικίζω
συναποίχομαι
συναποκαθαίρομαι
συναποκαθίστημι
συναποκαλέω
συναποκαλύπτω
συναποκάμνω
συναποκατάστασις
συναποκινδυνεύω
συναποκλείω
συναποκληρόω
View word page
συναποικίζω
go as colonists together

ShortDef

go as colonists together

Debugging

Headword:
συναποικίζω
Headword (normalized):
συναποικίζω
Headword (normalized/stripped):
συναποικιζω
IDX:
84060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84061
Key:

Data

{'content': 'go as colonists together'}