Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναποδέχομαι
συναποδημέω
συναπόδημοι
συναποδιδράσκω
συναποδίδωμι
συναποδοκιμάζω
συναποδοκιμαστέον
συναποδύομαι
συναποδύρομαι
συναποθεόω
συναποθλάω
συναποθλίβω
συναποθνῄσκω
συναποικίζω
συναποίχομαι
συναποκαθαίρομαι
συναποκαθίστημι
συναποκαλέω
συναποκαλύπτω
συναποκάμνω
συναποκατάστασις
View word page
συναποθλάω
pound up together

ShortDef

pound up together

Debugging

Headword:
συναποθλάω
Headword (normalized):
συναποθλάω
Headword (normalized/stripped):
συναποθλαω
IDX:
84057
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84058
Key:

Data

{'content': 'pound up together'}