Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναπεχθάνομαι
συναπέχω
συναπλόω
συναποβαίνω
συναποβάλλω
συναποβιάζομαι
συναποβλέπω
συναποβρέχω
συναπογεννάω
συναπογίγνομαι
συναπογραπτέον
συναπογράφομαι
συναπογυμνόομαι
συναποδείκνυμι
συναποδεικτέον
συναπόδειξις
συναποδέλγομαι
συναποδέρω
συναποδέχομαι
συναποδημέω
συναπόδημοι
View word page
συναπογραπτέον
one must enrol oneself with

ShortDef

one must enrol oneself with

Debugging

Headword:
συναπογραπτέον
Headword (normalized):
συναπογραπτέον
Headword (normalized/stripped):
συναπογραπτεον
IDX:
84039
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84040
Key:

Data

{'content': 'one must enrol oneself with'}