Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναπεργάζομαι
συναπέρχομαι
συναπευθύνω
συναπεχθάνομαι
συναπέχω
συναπλόω
συναποβαίνω
συναποβάλλω
συναποβιάζομαι
συναποβλέπω
συναποβρέχω
συναπογεννάω
συναπογίγνομαι
συναπογραπτέον
συναπογράφομαι
συναπογυμνόομαι
συναποδείκνυμι
συναποδεικτέον
συναπόδειξις
συναποδέλγομαι
συναποδέρω
View word page
συναποβρέχω
macerate along with

ShortDef

macerate along with

Debugging

Headword:
συναποβρέχω
Headword (normalized):
συναποβρέχω
Headword (normalized/stripped):
συναποβρεχω
IDX:
84036
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-84037
Key:

Data

{'content': 'macerate along with'}