Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύναμμα
συναμματίζομαι
συναμπέχω
συναμπρεύω
συναμύνω
συναμφιάζω
συναμφιβάλλομαι
συναμφότεροι
συνάμφω
συναναβαίνω
συναναβακχεύω
συναναβιβάζω
συναναβλαστάνω
συναναβοάω
συναναβόσκομαι
συναναγιγνώσκω
συναναγκάζω
συναναγκασμός
συνανάγνωσις
συναναγράφω
συναναγυμνόω
View word page
συναναβακχεύω
break into Bacchic frenzy together

ShortDef

break into Bacchic frenzy together

Debugging

Headword:
συναναβακχεύω
Headword (normalized):
συναναβακχεύω
Headword (normalized/stripped):
συναναβακχευω
IDX:
83864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83865
Key:

Data

{'content': 'break into Bacchic frenzy together'}