Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συναμιλλατής
συνάμιλλος
σύναμμα
συναμματίζομαι
συναμπέχω
συναμπρεύω
συναμύνω
συναμφιάζω
συναμφιβάλλομαι
συναμφότεροι
συνάμφω
συναναβαίνω
συναναβακχεύω
συναναβιβάζω
συναναβλαστάνω
συναναβοάω
συναναβόσκομαι
συναναγιγνώσκω
συναναγκάζω
συναναγκασμός
συνανάγνωσις
View word page
συνάμφω
both together
ShortDef
both together
Debugging
Headword:
συνάμφω
Headword (normalized):
συνάμφω
Headword (normalized/stripped):
συναμφω
IDX:
83862
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83863
Key:
Data
{'content': 'both together'}