Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συναλεαίνω
συναλέγω
συνάλειμμα
συναλειπτικός
συναλείφω
συναλέω
συναληθεύω
συναλητεύω
συνάλθομαι
συναλίζω
συναλίζω2
συναλίσγομαι
συναλίσκομαι
συναλιφή
συναλλαγή
συνάλλαγμα
συναλλαγματικός
συναλλαγματογραφία
συναλλαγματογράφος
συναλλακτέομαι
συναλλακτεύω
View word page
συναλίζω2
eat salt with, eat at the same table with
ShortDef
to bring together, collect
eat salt with, eat at the same table with
Debugging
Headword:
συναλίζω2
Headword (normalized):
συναλίζω
Headword (normalized/stripped):
συναλιζω2
IDX:
83822
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83823
Key:
Data
{'content': 'eat salt with, eat at the same table with'}