Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνακτός
συναλαλάζω
συναλάομαι
συναλγέω
συναλγηδών
συναλγύνω
συναλδής
συναλεαίνω
συναλέγω
συνάλειμμα
συναλειπτικός
συναλείφω
συναλέω
συναληθεύω
συναλητεύω
συνάλθομαι
συναλίζω
συναλίζω2
συναλίσγομαι
συναλίσκομαι
συναλιφή
View word page
συναλειπτικός
coalescing by

ShortDef

coalescing by

Debugging

Headword:
συναλειπτικός
Headword (normalized):
συναλειπτικός
Headword (normalized/stripped):
συναλειπτικος
IDX:
83815
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83816
Key:

Data

{'content': 'coalescing by'}