Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνακτήρ
συνακτήριον
συνακτικός
συνακτός
συναλαλάζω
συναλάομαι
συναλγέω
συναλγηδών
συναλγύνω
συναλδής
συναλεαίνω
συναλέγω
συνάλειμμα
συναλειπτικός
συναλείφω
συναλέω
συναληθεύω
συναλητεύω
συνάλθομαι
συναλίζω
συναλίζω2
View word page
συναλεαίνω
help to warm

ShortDef

help to warm

Debugging

Headword:
συναλεαίνω
Headword (normalized):
συναλεαίνω
Headword (normalized/stripped):
συναλεαινω
IDX:
83812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83813
Key:

Data

{'content': 'help to warm'}