Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συνακτέος
συνακτήρ
συνακτήριον
συνακτικός
συνακτός
συναλαλάζω
συναλάομαι
συναλγέω
συναλγηδών
συναλγύνω
συναλδής
συναλεαίνω
συναλέγω
συνάλειμμα
συναλειπτικός
συναλείφω
συναλέω
συναληθεύω
συναλητεύω
συνάλθομαι
συναλίζω
View word page
συναλδής
growing together
ShortDef
growing together
Debugging
Headword:
συναλδής
Headword (normalized):
συναλδής
Headword (normalized/stripped):
συναλδης
IDX:
83811
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83812
Key:
Data
{'content': 'growing together'}