Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνακοντίζω
συνάκοος
συνακούω
συνακρατίζομαι
συνακριβόω
συνακροάομαι
συνακτέον
συνακτέος
συνακτήρ
συνακτήριον
συνακτικός
συνακτός
συναλαλάζω
συναλάομαι
συναλγέω
συναλγηδών
συναλγύνω
συναλδής
συναλεαίνω
συναλέγω
συνάλειμμα
View word page
συνακτικός
able to bring together

ShortDef

able to bring together

Debugging

Headword:
συνακτικός
Headword (normalized):
συνακτικός
Headword (normalized/stripped):
συνακτικος
IDX:
83804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83805
Key:

Data

{'content': 'able to bring together'}