Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναισθάνομαι
συναίσθημα
συναίσθησις
συναισθητικός
συναΐσσω
συναισχύνω
συναιτέω
συναιτιάομαι
συναίτιος
συναιχμάζω
συναιχμαλωτίζω
συναιχμάλωτος
σύναιχμος
συναιωρέομαι
συναιώρησις
συνακαταληπτέομαι
συνακμάζω
συνακολασταίνω
συνακολουθέω
συνακολουθία
συνακόλουθος
View word page
συναιχμαλωτίζω
take captive along with

ShortDef

take captive along with

Debugging

Headword:
συναιχμαλωτίζω
Headword (normalized):
συναιχμαλωτίζω
Headword (normalized/stripped):
συναιχμαλωτιζω
IDX:
83783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83784
Key:

Data

{'content': 'take captive along with'}