Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συναινετέον
συναινετικόν
συναινέω
συναινίττομαι
σύναινος
συναίνυμαι
συναίρεμα
συναίρεσις
συναιρεσιώτης
συναιρετέον
συναιρετικός
συναιρετίστης
συναιρέω
συναίρω
συναισθάνομαι
συναίσθημα
συναίσθησις
συναισθητικός
συναΐσσω
συναισχύνω
συναιτέω
View word page
συναιρετικός
coaggregative
ShortDef
coaggregative
Debugging
Headword:
συναιρετικός
Headword (normalized):
συναιρετικός
Headword (normalized/stripped):
συναιρετικος
IDX:
83769
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83770
Key:
Data
{'content': 'coaggregative'}