Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συνάγω
συναγωγεύς
συναγωγή
συναγώγιον
συναγωγός
συναγωνιάω
συναγωνίζομαι
συναγώνισμα
συναγωνιστής
συνάδελφος
συναδηλέομαι
συναδικέω
συναδολεσχέω
συναδόλεσχος
συναδοξέω
συνᾴδω
συνάεθλος
συναείρω
συναηδίζομαι
συναθετέω
συναθλέω
View word page
συναδηλέομαι
to be obscure together

ShortDef

to be obscure together

Debugging

Headword:
συναδηλέομαι
Headword (normalized):
συναδηλέομαι
Headword (normalized/stripped):
συναδηλεομαι
IDX:
83735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83736
Key:

Data

{'content': 'to be obscure together'}