Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συναγρυπνέω
συναγυρμός
συναγυρτός
συνάγχη
συναγχίαι
συναγχικός
συνάγω
συναγωγεύς
συναγωγή
συναγώγιον
συναγωγός
συναγωνιάω
συναγωνίζομαι
συναγώνισμα
συναγωνιστής
συνάδελφος
συναδηλέομαι
συναδικέω
συναδολεσχέω
συναδόλεσχος
συναδοξέω
View word page
συναγωγός
bringing together, uniting
ShortDef
bringing together, uniting
Debugging
Headword:
συναγωγός
Headword (normalized):
συναγωγός
Headword (normalized/stripped):
συναγωγος
IDX:
83729
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83730
Key:
Data
{'content': 'bringing together, uniting'}