Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συναγανάκτησις
συναγαπάω
συναγγέλλω
συνάγγελος
συναγγία
συναγείρω
συναγελάζομαι
συναγελασμός
συναγελαστικός
συναγερμός
συναγιάζω
συναγινέω
συνάγκεια
συναγλαΐζω
σύναγμα
συναγνεύω
συναγνοέω
συνάγνυμι
συναγοράζω
συναγορασμός
συναγοραστικός
View word page
συναγιάζω
share in holiness

ShortDef

share in holiness

Debugging

Headword:
συναγιάζω
Headword (normalized):
συναγιάζω
Headword (normalized/stripped):
συναγιαζω
IDX:
83702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83703
Key:

Data

{'content': 'share in holiness'}