Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμψεύδομαι
συμψηφίζω
συμψηφιστής
συμψηφολογέω
σύμψηφος
συμψιθυρίζω
συμψιλόω
συμψοφέω
συμψύχομαι
σύμψυχος
σύν
συναβολέω
συναγάλλομαι
συναγανακτέω
συναγανάκτησις
συναγαπάω
συναγγέλλω
συνάγγελος
συναγγία
συναγείρω
συναγελάζομαι
View word page
σύν
along with, in company with, together with
ShortDef
along with, in company with, together with
Debugging
Headword:
σύν
Headword (normalized):
σύν
Headword (normalized/stripped):
συν
IDX:
83688
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83689
Key:
Data
{'content': 'along with, in company with, together with'}