Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμφυτικός
σύμφυτον
σύμφυτος
συμφύω
συμφωνέω
συμφώνημα
συμφώνησις
συμφωνία
συμφωνιακός
συμφωνικός
σύμφωνος
συμφωνούντως
συμφωτίζομαι
σύμψαλμα
σύμψαυσις
συμψαύω
συμψάω
συμψέλια
συμψελλίζω
συμψεύδομαι
συμψηφίζω
View word page
σύμφωνος
agreeing in sound, in unison
ShortDef
agreeing in sound, in unison
Debugging
Headword:
σύμφωνος
Headword (normalized):
σύμφωνος
Headword (normalized/stripped):
συμφωνος
IDX:
83669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83670
Key:
Data
{'content': 'agreeing in sound, in unison'}