Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμφροσύνη
σύμφρουρος
συμφρυγμός
συμφρύγω
σύμφρων
συμφυάς
συμφυγαδεύω
συμφυγάς
συμφύγιον
συμφυής
συμφυλακίτης
συμφύλαξ
συμφυλάσσω
συμφυλέτης
συμφυλία
σύμφυλος
συμφυράω
συμφύρδην
σύμφυρσις
σύμφυρτος
συμφύρω
View word page
συμφυλακίτης
fellow

ShortDef

fellow

Debugging

Headword:
συμφυλακίτης
Headword (normalized):
συμφυλακίτης
Headword (normalized/stripped):
συμφυλακιτης
IDX:
83645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83646
Key:

Data

{'content': 'fellow'}