Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμφράζω
συμφράκτωρ
σύμφραξις
σύμφρασις
συμφράσσω
συμφρονέω
συμφρόνησις
συμφροντίζω
συμφροσύνη
σύμφρουρος
συμφρυγμός
συμφρύγω
σύμφρων
συμφυάς
συμφυγαδεύω
συμφυγάς
συμφύγιον
συμφυής
συμφυλακίτης
συμφύλαξ
συμφυλάσσω
View word page
συμφρυγμός
burning ague
ShortDef
burning ague
Debugging
Headword:
συμφρυγμός
Headword (normalized):
συμφρυγμός
Headword (normalized/stripped):
συμφρυγμος
IDX:
83637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83638
Key:
Data
{'content': 'burning ague'}