Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμφοράζω
συμφορεύς
συμφορέω
συμφόρημα
συμφόρησις
συμφορητός
συμφορία
σύμφορος
συμφράδμων
συμφράζομαι
συμφράζω
συμφράκτωρ
σύμφραξις
σύμφρασις
συμφράσσω
συμφρονέω
συμφρόνησις
συμφροντίζω
συμφροσύνη
σύμφρουρος
συμφρυγμός
View word page
συμφράζω
mention at the same time, use in same context

ShortDef

mention at the same time, use in same context

Debugging

Headword:
συμφράζω
Headword (normalized):
συμφράζω
Headword (normalized/stripped):
συμφραζω
IDX:
83627
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83628
Key:

Data

{'content': 'mention at the same time, use in same context'}