Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμπραΰνομαι
συμπρεπής
συμπρέπω
συμπρεσβευτής
συμπρεσβεύω
σύμπρεσβυς
συμπρεσβύτερος
συμπρίασθαι
συμπροάγω
συμπροαύξομαι
συμπροβαίνω
συμπροβάλλω
συμπρόβουλος
συμπρογιγνώσκω
συμπροδίδωμι
συμπροδότης
συμπρόεδρος
συμπρόειμι
συμπροθυμέομαι
συμπροίημι
συμπροικίζω
View word page
συμπροβαίνω
concrescit

ShortDef

concrescit

Debugging

Headword:
συμπροβαίνω
Headword (normalized):
συμπροβαίνω
Headword (normalized/stripped):
συμπροβαινω
IDX:
83519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83520
Key:

Data

{'content': 'concrescit'}