Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντεμβολή
ἀντεμβροχή
ἀντεμμάσασθαι
ἀντεμπαίζω
ἀντεμπείρω
ἀντεμπήγνυμαι
ἀντεμπίπλημι
ἀντεμπίπρημι
ἀντεμπίπτω
ἀντεμπλέκομαι
ἀντεμπλοκή
ἀντεμφαίνω
ἀντέμφασις
ἀντεμφράττω
ἀντεμφύομαι
ἀντεναντίωσις
ἀντενδείκνυμαι
ἀντένδειξις
ἀντενδίδωμι
ἀντενδύομαι
ἀντενέδρα
View word page
ἀντεμπλοκή
mutual entwining
ShortDef
mutual entwining
Debugging
Headword:
ἀντεμπλοκή
Headword (normalized):
ἀντεμπλοκή
Headword (normalized/stripped):
αντεμπλοκη
IDX:
8351
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8352
Key:
Data
{'content': 'mutual entwining'}