Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμποσιάζω
συμποσιακός
συμποσιαρχέω
συμποσιαρχία
συμποσίαρχος
συμπόσιον
συμποσόω
συμπότας
συμπότης
συμποτικός
σύμπους
συμπραγματεύομαι
συμπρακτικός
συμπρακτορεύω
συμπράκτωρ
σύμπραξις
συμπράσσω
συμπράτης
συμπραΰνομαι
συμπρεπής
συμπρέπω
View word page
σύμπους
with the feet together

ShortDef

with the feet together

Debugging

Headword:
σύμπους
Headword (normalized):
σύμπους
Headword (normalized/stripped):
συμπους
IDX:
83501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83502
Key:

Data

{'content': 'with the feet together'}