Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμπονηρεύομαι
συμπονία
σύμπονος
συμπορεύομαι
συμπορθέω
συμπορθητής
συμπορίζω
συμπορισμός
σύμπορος
συμπορπάομαι
συμπορσύνω
συμποσία
συμποσιάζω
συμποσιακός
συμποσιαρχέω
συμποσιαρχία
συμποσίαρχος
συμπόσιον
συμποσόω
συμπότας
συμπότης
View word page
συμπορσύνω
help to arrange, promote

ShortDef

help to arrange, promote

Debugging

Headword:
συμπορσύνω
Headword (normalized):
συμπορσύνω
Headword (normalized/stripped):
συμπορσυνω
IDX:
83489
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83490
Key:

Data

{'content': 'help to arrange, promote'}