Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμπίπρημι
συμπίπτω
συμπιστεύω
συμπιστόομαι
συμπίτνω
συμπλανάομαι
σύμπλανος
σύμπλασις
συμπλάσσω
συμπλαστεύω
συμπλαταγέω
συμπλέγδην
σύμπλεγμα
συμπλείονες
συμπλεκής
συμπλεκτέον
συμπλεκτικός
σύμπλεκτος
συμπλέκω
σύμπλεξις
σύμπλεος
View word page
συμπλαταγέω
to sound by striking together
ShortDef
to sound by striking together
Debugging
Headword:
συμπλαταγέω
Headword (normalized):
συμπλαταγέω
Headword (normalized/stripped):
συμπλαταγεω
IDX:
83423
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83424
Key:
Data
{'content': 'to sound by striking together'}