Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

σύμπας
σύμπασμα
συμπάσσω
συμπάσχω
συμπαταγέω
συμπατάσσω
συμπατέω
συμπατριώτης
συμπατρονόμος
συμπαύομαι
συμπαχύνω
συμπεδάω
συμπέδιος
συμπειθήνιος
συμπείθω
σύμπειρος
συμπείρω
συμπέμπω
συμπενθέω
συμπένομαι
σύμπεντε
View word page
συμπαχύνω
make thick together

ShortDef

make thick together

Debugging

Headword:
συμπαχύνω
Headword (normalized):
συμπαχύνω
Headword (normalized/stripped):
συμπαχυνω
IDX:
83313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83314
Key:

Data

{'content': 'make thick together'}