Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμπαρατείνω
συμπαρατηρέω
συμπαρατήρησις
συμπαρατίθημι
συμπαρατρέφω
συμπαρατρέχω
συμπαρατυγχάνω
συμπαραφέρω
συμπαραφύομαι
συμπαραχωρέω
συμπαρεδρεύω
συμπάρειμι
συμπάρειμι2
συμπαρεισέρχομαι
συμπαρεκτείνω
συμπαρεμφαίνομαι
συμπαρενεκτέον
συμπαρέπομαι
συμπαρέρχομαι
συμπαρέχω
συμπαρήκω
View word page
συμπαρεδρεύω
sit beside

ShortDef

sit beside

Debugging

Headword:
συμπαρεδρεύω
Headword (normalized):
συμπαρεδρεύω
Headword (normalized/stripped):
συμπαρεδρευω
IDX:
83280
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83281
Key:

Data

{'content': 'sit beside'}