Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντεκπλέω
ἀντεκπλήσσω
ἀντεκπνέω
ἀντεκρέω
ἀντεκτάσσω
ἀντεκτείνω
ἀντεκτίθημι
ἀντεκτίνω
ἀντέκτισις
ἀντέκτιστος
ἀντεκτρέφω
ἀντεκτρέχω
ἀντεκφέρω
ἀντεκφύομαι
ἀντελαττόομαι
ἀντελαύνω
ἀντελλογέω
ἀντελλογισμός
ἀντελπίζω
ἀντεμβαίνω
ἀντεμβάλλω
View word page
ἀντεκτρέφω
to maintain in return

ShortDef

to maintain in return

Debugging

Headword:
ἀντεκτρέφω
Headword (normalized):
ἀντεκτρέφω
Headword (normalized/stripped):
αντεκτρεφω
IDX:
8327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8328
Key:

Data

{'content': 'to maintain in return'}