Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμπαραδίδωμι
συμπαραθέω
συμπαραινέω
συμπαραιτέομαι
συμπαρακαθέζομαι
συμπαρακαθίζω
συμπαρακαλέω
συμπαρακατακλίνω
συμπαράκειμαι
συμπαρακελεύομαι
συμπαρακμάζω
συμπαρακολουθέω
συμπαρακομίζω
συμπαρακύπτω
συμπαραλαμβάνω
συμπαραληπτέον
συμπαραληπτικός
συμπαράληψις
συμπαραλύομαι
συμπαραμείγνυμι
συμπαραμένω
View word page
συμπαρακμάζω
decay simultaneously with
ShortDef
decay simultaneously with
Debugging
Headword:
συμπαρακμάζω
Headword (normalized):
συμπαρακμάζω
Headword (normalized/stripped):
συμπαρακμαζω
IDX:
83240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83241
Key:
Data
{'content': 'decay simultaneously with'}