Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
συμπαίζω
συμπαίκτης
συμπαιστής
συμπαίστρια
συμπαίω
συμπαιωνίζω
συμπαλαίω
Συμπανέλληνες
συμπανηγυρίζω
συμπανηγυρισταί
συμπανουργέω
σύμπαντι
συμπαρά
συμπαραβαδίζω
συμπαραβύω
συμπαραγγέλλω
συμπαραγίγνομαι
συμπαράγω
συμπαραδηλόω
συμπαραδίδωμι
συμπαραθέω
View word page
συμπανουργέω
play the knave along with
ShortDef
play the knave along with
Debugging
Headword:
συμπανουργέω
Headword (normalized):
συμπανουργέω
Headword (normalized/stripped):
συμπανουργεω
IDX:
83221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83222
Key:
Data
{'content': 'play the knave along with'}