Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντεισφέρω
ἀντεισφορά
ἀντεκβάλλομαι
ἀντέκδικος
ἀντεκθέω
ἀντεκθλίβω
ἀντεκκαίω
ἀντεκκλέπτω
ἀντεκκομίζω
ἀντεκκόπτω
ἀντεκκρίνω
ἀντεκπέμπω
ἀντεκπλέω
ἀντεκπλήσσω
ἀντεκπνέω
ἀντεκρέω
ἀντεκτάσσω
ἀντεκτείνω
ἀντεκτίθημι
ἀντεκτίνω
ἀντέκτισις
View word page
ἀντεκκρίνω
excrete in turn

ShortDef

excrete in turn

Debugging

Headword:
ἀντεκκρίνω
Headword (normalized):
ἀντεκκρίνω
Headword (normalized/stripped):
αντεκκρινω
IDX:
8315
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8316
Key:

Data

{'content': 'excrete in turn'}