Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμμετοικέω
συμμετοικίζομαι
συμμέτοχος
συμμετρέω
συμμέτρησις
συμμετρία
συμμετρικός
συμμέτριος
σύμμετρος
συμμηνία
συμμηνιακός
σύμμηνος
συμμηρία
σύμμηρος
συμμηρύομαι
συμμήρυσις
συμμήστωρ
συμμητιάομαι
συμμηχανάομαι
συμμιαίνω
συμμιαιφονέω
View word page
συμμηνιακός
monthly

ShortDef

monthly

Debugging

Headword:
συμμηνιακός
Headword (normalized):
συμμηνιακός
Headword (normalized/stripped):
συμμηνιακος
IDX:
83147
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83148
Key:

Data

{'content': 'monthly'}