Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμμεταρρέω
συμμεταρρυθμίζω
συμμετασχηματίζω
συμμετατίθημι
συμμετατρέπω
συμμεταφέρω
συμμεταχειρίζομαι
συμμεταχωρέω
συμμετέχω
συμμετεωρίζομαι
συμμετεωροπολέω
συμμετοικέω
συμμετοικίζομαι
συμμέτοχος
συμμετρέω
συμμέτρησις
συμμετρία
συμμετρικός
συμμέτριος
σύμμετρος
συμμηνία
View word page
συμμετεωροπολέω
walk on air together with

ShortDef

walk on air together with

Debugging

Headword:
συμμετεωροπολέω
Headword (normalized):
συμμετεωροπολέω
Headword (normalized/stripped):
συμμετεωροπολεω
IDX:
83136
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83137
Key:

Data

{'content': 'walk on air together with'}