Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

συμβιωτάριον
συμβιωτέον
συμβιωτέος
συμβιωτής
συμβλάπτω
συμβλαστάνω
συμβλέπω
σύμβλημα
συμβλής
σύμβλησις
συμβλητέον
συμβλητικός
συμβλητός
συμβλύω
συμβοάω
συμβοήθεια
συμβοηθέω
συμβοηθητικόν
συμβοηθός
συμβολαιογράφος
συμβόλαιον
View word page
συμβλητέον
one must compare

ShortDef

one must compare

Debugging

Headword:
συμβλητέον
Headword (normalized):
συμβλητέον
Headword (normalized/stripped):
συμβλητεον
IDX:
83023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-83024
Key:

Data

{'content': 'one must compare'}